Επιπλοκές κύησης

Οι περισσότερες κυήσεις θεωρούνται χαμηλού κινδύνου και δεν εμφανίζουν ιδιαίτερες επιπλοκές. Σε αυτές μπορεί να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα χωρίς να απαιτείται κάποια παρέμβαση από το γιατρό (μη παρεμβατική παρακολούθηση κύησης). Όμως υπάρχουν και οι επιπλεγμένες κυήσεις.

Οι σημαντικότερες επιπλοκές της κύησης αφορούν:

Προβλήματα στα έμβρυα

Περιλαμβάνουν χρωμοσωμικές, γενετικές ή δομικές ανωμαλίες. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που γίνονται τα υπερηχογραφήματα του 1ου και 2ου τριμήνου που υπολογίζουν με μεγάλη ακρίβεια τον κίνδυνο για εμβρυϊκές χρωμοσωμικές και δομικές ανωμαλίες αντίστοιχα.

Προβλήματα του πλακούντα

Η πλακουντιακή ανεπάρκεια, δηλαδή η αδυναμία του πλακούντα να θρέψει το αναπτυσσόμενο έμβρυο που οδηγεί σε καθυστέρηση της ανάπτυξης του, εμφανίζεται σε περίπου 10% των κυήσεων και θεωρείται μεγάλη αιτία περιγεννητικής θνησιμότητας. Έχει πρώιμη και όψιμη μορφή. Η πρώιμη αναπτύσσεται νωρίς και οδηγεί σε τοκετό πριν τις 34 εβδομάδες ενώ η όψιμη αργότερα. Νέες μελέτες έδειξαν ότι η πλακουντιακή ανεπάρκεια, ιδιαίτερα η πρώιμη, μπορεί να προβλεφθεί αξιόπιστα από τα υπερηχογραφήματα του 1ου και του 2ου τριμήνου.

Προεκλαμψία

Εμφανίζεται σε περίπου 5-8% των κυήσεων. Επηρεάζει τη μητέρα προσβάλλοντας διάφορα συστήματά της αλλά και το έμβρυο. Θεωρείται από τις σοβαρότερες επιπλοκές της κύησης. ¨Όπως και η πλακουντιακή ανεπάρκεια εμφανίζει πρώιμη και όψιμη μορφή. Νέες έρευνες έδειξαν ότι η προεκλαμψία και η πλακουντιακή ανεπάρκεια μπορούν να προβλεφθούν αξιόπιστα από νωρίς και να προληφθούν κατά μεγάλο βαθμό με λήψη ασπιρίνης από τις 12 εβδομάδες κύησης (μελέτη ASPRE).

Πρόωρος τοκετός

Πρόωρος θεωρείται ο τοκετός πριν τις 37 εβδομάδες αλλά ο πραγματικά πρόωρος τοκετός που συνοδεύεται από σημαντικά προβλήματα προωρότητας στο νεογνό είναι αυτός που συμβαίνει πριν τις 32-34 εβδομάδες.

Οι περισσότεροι από τους πρόωρους τοκετούς μπορούν να προβλεφθούν με διακολπικό υπερηχογράφημα κατά την εξέταση της αυχενικής διαφάνειας και του Β΄επιπέδου στο 1ο και 2ο τρίμηνο αντίστοιχα. Σε γυναίκες που σύμφωνα με ιστορικό και υπερηχογράφημα διαπιστώθηκαν σε υψηλό κίνδυνο για πρόωρο τοκετό, συνιστάται ενδοκολπική προγεστερόνη (η θεραπεία θα είναι αρκετή για 3 στις 4 γυναίκες). Σε αυτές που δεν ανταποκρίνονται στη θεραπεία με προγεστερόνη μπορεί να προσφερθεί χειρουργική περίδεση ή η πιο νέα και πιο ελκυστική (ως λιγότερο παρεμβατική) προληπτική θεραπεία που είναι η εισαγωγή τραχηλικού πεσσού Arabin. Η τοποθέτηση πεσσού Arabin απαιτεί εμπειρία αλλά γίνεται εύκολα στο ιατρείο μας με άριστα αποτελέσματα στη πρόληψη του σοβαρού πρόωρου τοκετού.

 

Πρόβλεψη επιπλοκών

Τα διάφορα υπερηχογραφήματα που γίνονται κατά τη διάρκεια της κύησης έχουν σκοπό, εκτός από το να διαγνώσουν διάφορες ανωμαλίες στο έμβρυο, να αναγνωρίσουν έγκαιρα σοβαρές επιπλοκές, όπως ο πρόωρος τοκετός, η ενδομήτρια καθυστέρηση ανάπτυξης, η προεκλαμψία και ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης. Ένα κοινό των παραπάνω επιπλοκών είναι ότι μέχρι πρόσφατα αναγνωρίζονταν μετά την κλινική εγκατάστασή τους και όταν ήταν πλέον αδύνατος ή πολύ δύσκολος ο έλεγχός τους με τις υπάρχουσες θεραπείες.

Όπως έδειξαν όμως έρευνες των τελευταίων χρόνων οι ανωτέρω επιπλοκές μπορούν, στις περισσότερες περιπτώσεις, να προβλεφθούν αξιόπιστα από το 1ο τρίμηνο (μελέτη ASPRE) ή το 2ο τρίμηνο (Papaioannou et al., 2017). Επιπρόσθετα, εκτός από την πρόβλεψη τώρα είναι δυνατή και η πρόληψή τους αφού υπάρχουν πλέον αποτελεσματικές θεραπείες που μειώνουν τη συχνότητα εμφάνισης και βελτιώνουν την έκβαση αυτών των επιπλοκών. Αυτές είναι η λήψη ασπιρίνης για την πρόληψη ενδομήτριας καθυστέρησης ανάπτυξης και προεκλαμψίας, η λήψη κολπικής προγεστερόνης για την πρόληψη του πρόωρου τοκετού και η λήψη μετφορμίνης για την πρόληψη του διαβήτη της κύησης.

Η μοντέρνα παρακολούθηση της κύησης λοιπόν, επιτάσσει την κατηγοροποίηση όλων των εγκύων σε ομάδες κινδύνου από το 1ο τρίμηνο. Η έγκαιρη αναγνώριση γυναικών που εμφανίζουν υψηλό κίνδυνο για συγκεκριμένες επιπλοκές έχει σκοπό να οδηγήσει σε φαρμακευτική αγωγή για την προσπάθεια πρόληψής τους αλλά και σε εξατομίκευση της παρακολούθησης κάθε γυναίκας ανάλογα με τη συγκεκριμένη επιπλοκή για την οποία εμφανίζει αυξημένο κίνδυνο και την κατηγορία κινδύνου που ανήκει.

Κατάλληλη χρονικά ευκαιρία για να γίνει αυτή η διαλογή είναι οι 11-13 εβδομάδες της κύησης, ο χρόνος δηλαδή που γίνεται κλασσικά το υπερηχογράφημα της αυχενικής διαφάνειας. Πλέον των συνήθων μετρήσεων, εξετάζεται η ροή του αίματος στα μητριαία αγγεία της μητέρας και γίνεται διακολπικό υπερηχογράφημα για την ακριβή μέτρηση του τραχηλικού μήκους.

Εκτός από τη ροή στα μητριαία, στον υπολογισμό των πιθανοτήτων για προ-εκλαμψία και πλακουντιακή ανεπάρκεια, συνυπολογίζονται το ιστορικό της εγκύου, τα επίπεδα του PAPPA αλλά και μιας άλλης πλακουντιακής ορμόνης στο αίμα της μητέρας (PlGF) καθώς και μέτρηση της αρτηριακής πίεσης. Η μέθοδος προβλέπει αξιόπιστα περίπου 90% των περιπτώσεων που θα αναπτύξουν αργότερα πρώιμη προεκλαμψία που είναι η πιο βαρεία της μορφή. Λήψη ασπιρίνης 150 mg κάθε βράδυ από τις γυναίκες που διαπιστώθηκαν σε αυξημένο κίνδυνο με τη μέθοδο αυτή επιτυγχάνει έως και 82% πρόληψη της νόσου.